Όλυ Φράγκου-Ψυχοπαίδη, [Οι 10 Inventions του Δ. Μητρόπουλου]
Για τον περισσότερο κόσμο παρέμεινε άγνωστο το ότι ο μεγάλος μαέστρος Δημήτρης Μητρόπουλος υπήρξε ένας ιδιαίτερα ενδιαφέρων συνθέτης. Η "ανάγκη έκφρασης" και το "αίσθημα μορφής" του συνθέτη εκδηλώθηκαν με πρωτοποριακούς τρόπους σύνθεσης ήδη πριν ο Μητρόπουλος γνωρίσει στο Βερολίνο (1921-1924) τον αναβρασμό των νεωτεριστικών κινημάτων της εποχής. Τόσο η ερμηνευτική του δραστηριότητα, όσο και οι συνθέσεις του, παραπέμπουν σε βαθύτερες συγγένειες της προσωπικότητάς του προς τον συμβολικό κόσμο της εποχής του.
Στα 1920 συνθέτει την Ostinata in tre parti για βιολί και πιάνο, ένα δωδεκαφθογγικό έργο με κατασκευαστικές και υφολογικές ομοιότητες προς το έργο του Arnold Schönberg, πριν ο πατέρας του δωδεκαφθογγισμού δημιουργήσει, δηλαδή, τα αυστηρότερα έργα του. Η σχέση του Μητρόπουλου προς το έργο του Arnold Schönberg, του Alban Berg, αλλά και του Ernst Krenek, του χαρακτηριστικότερου ίσως συνθέτη της δεκαετίας του '20, μαζί με τον οποίο αγωνίζεται στην εθνικιστική Αμερική του τέλους της δεκαετίας του '30 για τη διάδοση της σύγχρονης μουσικής, επιβεβαιώνει τα χαρακτηριστικά του σύγχρονου υποκειμενισμού της βασικής του προσωπικότητας. Όλα τα έργα του Μητρόπουλου κατά τη δεκαετία του '20, και ώσπου να σταματήσει να συνθέτει, επιβεβαιώνουν επίσης τη βασική του σχέση προς το έργο του J. S. Bach και προς τη σύγχρονη αντιστικτική αντίληψη της πολυφωνίας.
Οι 10 Inventions, η μελοποίηση των 10 ερωτικών ποιημάτων του επίσης μεγάλου και "περιθωριακού" αριστοτέχνη της ελληνικής ποίησης Κωνσταντίνου Καβάφη, πρωτοπαρουσιάστηκαν στην αίθουσα του Ωδείου Αθηνών στις 6 Ιουνίου 1927, μαζί με την Ostinata, με τον συνθέτη στο πιάνο.
Δίνοντας ο συνθέτης σ' αυτό τον κύκλο τραγουδιών δωδεκαφθογγικής τεχνοτροπίας τον τίτλο INVENTIONS θεματοποιεί άμεσα, σαν ένας σύγχρονος Bach, το πρόβλημα της σχέσης της κατασκευής προς την έμπνευση: η έμνευση βρίσκεται περισσότερο στην κατασκευή παρά στην ωραία μελωδία. Στα ερωτικά ποιήματα του Καβάφη διαμορφώνεται ένα πλαίσιο σχεδόν θεατρικό, σκηνικό, όπου το φως, τα χρώματα, η αρμονία των συμφώνων των λέξεών του και ο ρυθμός μιας αβίαστης αφήγησης, ηχούν σαν μουσική δράση μέσα σε άυλα αρχιτεκτονικά μορφικά πλαίσια της φαντασίας και της εσωτερικής αίσθησης του χρόνου. Η μελοποίηση του Μητρόπουλου λαμβάνει υπ' όψιν της τον χαρακτήρα της καβαφικής ποίησης: αυστηρή παρακολούθηση της προσωδίας του λόγου (συλλαβή-νότα), δυναμική που συχνά τονίζει με διπλό φόρτε το χρώμα των συμφώνων μιας λέξης με σημασία, μέσα σε ένα γενικά αδιάφορο υποτονικό πιανίσσιμο που κυματίζει σύμφωνα με τις ανιούσες και κατιούσες μελωδικές γραμμές, άλλοτε πιο αργά και ήρεμα, άλλοτε πιο γρήγορα και νευρωτικά.
Ο ρυθμός και η δυναμική εκφράζουν τη βασική διάθεση της ποίησης, που δίνει τη σημασία στις λέξεις, και αποδίδουν με τον ευτυχέστερο τρόπο τον αφηγηματικό τόνο στην παρενθετική, απορητική-ερωτηματική και αποσιωπητική της μορφή. Η μελωδική και αρμονική διαστηματική δόμηση αποδίδει νοήματα και συμβολισμούς της (Μνήμη, Καθρέφτης, Σκιές, Μοίρα, Θέαση, "ξαναντίκρυσμα"), αποδίδοντας έτσι στην καβαφική έννοια του πεπρωμένου μια "φορμαλιστική", σχεδόν μαθηματική διάσταση, με τρόπο που μόνο στη μουσική είναι δυνατό να αποδοθεί ως αισθητικό βίωμα. Η τετραμερής αρχιτεκτονική μορφική δόμηση του κύκλου διασταυρώνεται με την τριαδική μοτιβική υφή του νοήματος "Μνήμη - Έρωτας - Μοίρα", (ή Άνθρωπος - Γη - Ουρανός).
Ακόμη μια νοητή αναγωγή των τεσσάρων μερών του κύκλου στη διμερή διάκριση:
α. Κανόνες - Πασακάλιες
β. Πρελούδιο, Φούγκα - Pédale, Coda,
επιβεβαιώνει με την διαδοχή πολυφωνικών-αντιστικτικών και ομοφωνικών αρμονικών μορφών, την διαδοχή Μνήμη (ρευστή κίνηση μορφών) - Μοίρα, υπόμνηση της στατικής διάστασης ενός καλειδοσκοπίου της ζωής (ταυτοχρονική συνήχηση).
Σους Κανόνες οι μελωδικές γραμμές μιμούνται αντιστικτικά η μία την άλλη, δίνοντας την εντύπωση μιας παράδοξης ηχούς μεταξύ "συνοδείας" του πιάνου, που προηγείται, σαν να υπήρχε από πάντα, και της φωνής που αφηγείται, εναλλάσσοντας μια πλατειά, βαρειά εκφωνητική διατύπωση με ανάλαφρα συλλαβικό στακκάτο. Άλλοτε η φωνή που μιμείται σε ουνίσονο το θέμα στο πιάνο, του οποίου οι νότες ξετυλίγονται σαν καθυστερημένη ηχώ, στηρίζοντας σαν αρχαϊκές κολόνες τα per diminutionen μελωδικά ποικίλματα της φωνής στις παραλλαγές της δωδεκάφθογγης σειράς του κομματιού (αρ. 1), άλλοτε επικρατεί η διαστηματικά αντίστροφη κίνηση του κανόνα (αρ. 2, 3), ενώ τα "άυλα" αρπίσματα του πιάνου και η μεγαλοδιαστηματική διάσπαση των μοτίβων του αναπλάθουν τον δαιμονικό χαρακτήρα της παραίσθησης της μνήμης (αρ. 2, 4).
Η σειρά των κυρίως αντιστικτικών μερών των κανόνων καταλήγει στις δύο Πασακάλιες που χαρακτηρίζονται από την συγχορδιακή ostinato ρυθμική συνοδεία ενός χορού αναμνήσεων.
Το "οπάλινο γκρίζο" χρωματίζει με τις πέρλες των "φανταστικών" τριήχων το μέρος της ρεαλιστικής αφήγησης του ποιήματος. Η επίκληση της μνήμης από τον ποιητή, το κλείσιμο -τρίτο μέρος- του ποιήματος εισάγεται μουσικά με την επανάληψη της αρχικής εισαγωγής του Lied (αρ. 6). Η τετράφωνη Φούγκα αποτελεί το αντιστικτικό μέρος με την αυστηρή κυριαρχία του θέματος που οδηγεί στην δωδεκαφθογγική μελωδικότητα και στα "clusters" των δύο τελευταίων Inventions που καταληκτικά εκφράζουν την τραγικότητα της Μοίρας (Ισοκράτημα) και τον μεσσιανισμό της ουτοπίας της Ηδονής (Επήγα). Στο χλωμό φως του απογεύματος ο "Φεγγαρίσιος Πιερρότος" σχινοβατεί στο σύγχρονο τοπίο μιας πλέον κυνικά εμπορευματοποιημένης κοινωνίας.
Βασικό σύμβολο το "ντουλάπι με τον καθρέφτη" που αναπτύσσεται μουσικά με τα μιμητικά αντικαθρεφτίσματα των θεματικών μοτίβων της φούγκας. Ο συμβολιστικός ιμπρεσιονισμός του ήχου, η ψυχρότητα και το πάθος, η στενή εμπλοκή της φωνής σε ένα αισθητικό σύνολο κυρίως ενόργανου χαρακτήρα, προδίδουν στο μελοποιητικό σύνολο των 10 Inventions μια πραγματική πρωτοτυπία.